fbpx
Τετάρτη, 07 Μαϊος 2014 00:00

B&W CM10

TO KOΡΥΦΑΙΟ ΗΧΕΙΟ ΤΗΣ ΣΕΙΡΑΣ CM ΤΗΣ B&W ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ, ΟΠΩΣ ΚΑΙ Η ΝΕΑ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΑ ΤΗΣ ΦΗΜΙΣΜΕΝΗΣ ΕΓΓΛΕΖΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ.

 

Δε νομίζoυμε ότι στην Ευρώπη υπάρχει άλλο ερευνητικό κέντρο ηχείων με τόσο αδιάκοπη δραστηριότητα, όπως αυτό της B&W. Τα μοντέλα που διατίθενται στην αγορά τα τελευταία χρόνια δεν ήταν ποτέ απλές κινήσεις εμπορικού λίφτινγκ, αλλά καινοτομικές καταθέσεις που -σχεδόν- όλοι τις αντιγράφουν μετά.

Το νέο ηχείο δαπέδου CM10 (δεν ξέρουμε αν είναι το τελευταίο της σειράς CM) είναι ο συνδετικός κρίκος με την κορυφαία σειρά 800. Μια προσεκτική ανάλυση του ηχείου δείχνει ότι υπάρχει ένα νέο είδος κροσόβερ στο εσωτερικό, νέο τουίτερ, που ξεχωρίζει στην κορυφή με μια έξυπνη εσωτερική δομή, και ένα μιντρέιντζ που συγκρατείται με ντίζα και ελαστικό τζελ. Με λίγα λόγια, η B&W δείχνει και πάλι ότι είναι ένας πολύ δραστήριος και δυναμικός κατασκευαστής. Ας πάμε, όμως, να δούμε τι κρύβεται μέσα σε αυτό το εγγλέζικο ηχείο.


Το CM10 μαζί με τη βάση του έχει σχεδόν ένα μέτρο ύψος, ο εσωτερικός του όγκος είναι λιγότερος από πενήντα λίτρα, ενώ ζυγίζει κάτι περισσότερο από τριάντα κιλά. Τα τρία μεγάφωνα για τις χαμηλές συχνότητες είναι τοποθετημένα με φλάντζες σε εσοχή στην πρόσοψη, έχοντας ένα μεταλλικό στεφάνι να καλύπτει τις βίδες που τα συγκρατούν, και είναι εντελώς πρόσωπο με... την πρόσοψη. Η καμπίνα αποτελείται από ένα μέσης πυκνότητας ξύλο, ένα υλικό ελαφρώς βαρύτερο από το κανονικό MDF.

Οι βίδες στερέωσης του κάθε μεγαφώνου είναι οκτώ, φέρουν παξιμάδι και εισέρχονται πολύ βαθιά στο ξύλο, αν και είναι πολύ μικρής διαμέτρου. Οι κώνοι των γούφερ είναι από χαρτί και πλεγμένο Kevlar, στη θέση του «καλύμματος σκόνης» υπάρχει phase plug, ενώ ισχυρής δομής είναι το σασί και το μαγνητικό σύστημα. Το τελευταίο έχει διάμετρο 120 χλστ. και είναι ικανό να κινήσει τον κώνο των 132 χλστ. που «βλέπει» εμπρός του.

Τα τρία γούφερ είναι παράλληλα συνδεδεμένα, με ισοδύναμη διάμετρο 228,6 χιλιοστά - σαν να λέμε ότι είναι ένα γούφερ 11 ιντσών. Τα 132 χιλιοστά διαμέτρου του κώνου παρουσιάζουν 27 γραμμάρια κινούμενης μάζας -κάπως υψηλή- και ακαμψία 0,68 χιλιοστά ανά Νιούτον.

Το ηχείο είναι μπας ρεφλέξ, με την οπή να βρίσκεται στο πίσω μέρος επάνω από τους ακροδέκτες.


Η μεσαία περιοχή αξιοποιεί την εμπειρία του κατασκευαστή από τα μοντέλα της σειράς 800. Συνεπώς το μιντρέιντζ έχει κώνο από Kevlar τεχνολογίας FST (Fixed Suspension Transducer), που σχεδόν δεν έχει ελαστική ανάρτηση στην περιφέρεια του σασί. Ο κώνος φέρει διαβαθμισμένη ύφανση από έξω προς το κέντρο, ούτως ώστε να έχει διαφορετική και βελτιωμένη συμπεριφορά με την αύξηση της συχνότητας.

Το σασί του μεγαφώνου έχει αεροδυναμική σχεδίαση, που περιορίζει στο ελάχιστο δυνατό τους χρωματισμούς από το πίσω μέρος του κώνου. Το μιντρέιντζ βρίσκεται στη δική του αποκλειστική υπο-καμπίνα, είναι δε τοποθετημένο εκεί όχι με βίδες, όπως τα γούφερ, αλλά κολλημένο με ειδικό τζελ, που κρατιέται με ειδικά ρυθμιζόμενη ντίζα τερματισμένη στο πίσω μέρος του ηχείου.


Το τουίτερ είναι εντελώς καινούργιο με θόλο που θα μπορούσε να ονομάζεται «διπλού στρώματος». Με δεδομένη την αδυναμία για λόγους κόστους ενός θόλου από διαμάντι, ή καλύτερα από «σκόνη άνθρακα συμπιεσμένη σε υψηλή θερμοκρασία», όπως λέει η B&W, οι Βρετανοί μηχανικοί χρησιμοποιούν εδώ έναν ελαφρύ θόλο αλουμινίου, που συγκρατείται από μια κυκλική στεφάνη από το ίδιο υλικό. Το αποτέλεσμα είναι τεράστια ακαμψία και μειωμένη μάζα, ιδανικές συνθήκες δηλαδή για την «εκτόξευση» της συχνότητας συντονισμού στα 38kHz, πολύ κοντά σε εκείνη του θόλου από διαμάντι.

Το σύστημα του τουίτερ, με τη δική του καμπίνα, μια μικρού μήκους γραμμή μεταφοράς (σωλήνας τύπου Nautilus) και μια απόσβεση που μοιάζει με εκείνο της σειράς 800. Ο θάλαμος του τουίτερ ενώνεται με το κυρίως ηχείο μέσω ελαστικού τζελ απομόνωσης. Επιπλέον, το τουίτερ, για τα περίεργα δάχτυλα, προστατεύεται με ένα διάτρητο μεταλλικό κάλυμμα, το οποίο μπορεί να αφαιρεθεί με ειδικό εργαλείο. Το CM10 μπορούμε να το τοποθετήσουμε σε ειδικές βάσεις, όπου βιδώνει επάνω τους, προσδίδοντάς του ύψος και σταθερότητα.


Το κροσόβερ, που είναι νέας σχεδίασης, το αφήσαμε τελευταίο. Kαι τα πέντε ηχεία του ηχείου συνδέονται με ορθή φάση, χωρίς την κλασική αντιστροφή του μιντρέιντζ ή του ζεύγους των μιντρέιντζ-τουίτερ. Αυτή η χαρακτηριστική σχεδίαση με μειωμένο offset και οι αποστάσεις των ακουστικών κέντρων δείχνουν ότι το κροσόβερ είναι μακριά από τέταρτης τάξης. Αν αρχίσουμε να το εξετάσουμε ξεκινώντας από το low-pass των τριών γούφερ, βλέπουμε ότι το πρώτο πηνίο έχει ίσης τιμής αυτεπαγωγή με το διπλάσιο του δεύτερου, έχοντας έναν πυκνωτή των 120μF στη μέση. Σημειώνουμε, επίσης, μια αντίσταση 0,33Ω σε σειρά με τον πυκνωτή στη γείωση - αυτή βρίσκεται εκεί από υπερβολικό ζήλο... απόσβεσης.

O κλάδος του τουίτερ μπορεί αρχικά να φαίνεται ότι είναι high-pass πρώτης τάξης, κάτι που αρέσει τόσο πολύ στους απανταχού λάτρεις της υψηλής πιστότητας, αλλά είμαστε αντιμέτωποι με μια μελετημένη σχεδίαση ώστε να διαχειρίζεται υψηλές στάθμες ισχύος, χωρίς ίχνος παραμόρφωσης και δυναμικής συμπίεσης. Ο κλάδος του μιντρέιντζ FST είναι προφανώς ο πιο πολύπλοκος επειδή αποτελείται από ένα high-pass που διασταυρώνεται με τον κλάδο των τριών γούφερ και ένα low-pass που διασυνδέεται με το φιλτράρισμα του τουίτερ. 

BowersWilkins-CM10-3.jpg

AΚΡΟΑΣΕΙΣ
Οι ακροάσεις πάντα ξεκινούν με τον ίδιο τρόπο: ψάξιμο, τοποθέτηση και απόλυτα «μονό» ακρόαση ήχου στα δύο ηχεία έως ότου η μουσική αρχίσει να πηγάζει ακριβώς στο κέντρο της σκηνής, σε μια πολύ στενή λωρίδα του χώρου και κάπως βαθιά. Ακολουθεί η αναζήτηση για την εύρεση της καλύτερης θέσης ακρόασης ώστε στη συνέχεια να αισθανόμαστε ελεύθεροι για τη δοκιμή σε όποια στάθμη θέλουμε, εξοπλισμένοι με μια πλούσια λίστα τραγουδιών προς αναπαραγωγή.

Στη συνέχεια επικεντρωνόμαστε στην τονική συμπεριφορά των ηχείων. Από αυτήν την άποψη, το ηχείο δείχνει εξαρχής να είναι ουσιαστικό στις μεσαίες και κάπως κρύο στις υψηλές, αλλά ταυτόχρονα να επεκτείνεται χαμηλά πολύ βαθιά. Είχαμε τοποθετήσει τα ηχεία σε απόσταση 70 εκατοστών από τον τοίχο. Η απόδοση του ήχου βελτιωνόταν με το χρόνο και το χαμηλό γινόταν όλο και πιο χαμηλότερο. Τα ηχεία παρουσιάζουν αρκετά καλή απόσβεση, χωρίς ουρές, ηχητικά εφέ ή ανεπιθύμητα στοιχεία.

Το χαμηλό είναι τόσο βαθύ, που δεν μπήκαμε καν στον κόπο να το εξετάσουμε με εκκλησιαστικό όργανο στα 16Hz, αφού ήταν παρόν, καθαρό και με σημαντικό όγκο. Αυτό που μας εξέπληξε περισσότερο ήταν η σύνδεση των μεσαιοχαμηλών. Δεν υπάρχει μετάβαση δύο ταχυτήτων. Εδώ, χωρίς δισταγμό, οι μεμβράνες των μεγαφώνων σταματάνε στο σωστό χρόνο. Αν αρχίσουμε να ακούμε τύμπανα δυνατά, τότε σίγουρα θα θέλουμε να αυξήσουμε και άλλο την ένταση.

Οι μεσαίες είναι περισσότερο από το απαραίτητο, χωρίς χρωματισμούς ή έμφαση σε κάποια συχνότητα. Τα πρίμα είναι λίγο λεπτά, όπως όλα άλλωστε όταν πηγάζουν από τουίτερ με μεταλλικό θόλο. Εδώ ο σχεδιαστής έχει δώσει πολύ προσοχή, η έκταση των υψηλών είναι αξιόλογη, όπως και η σαφήνεια. Δεν υπάρχουν καθόλου εμφανή πέπλα. Το ηχείο καλύπτει όλο το ηχητικό φάσμα και είναι σε θέση να σας κάνει να πιστεύετε -με κλειστά τα μάτια- ότι ακούτε μια πρώτης κατηγορίας υλοποίηση.

Το μιντρέιντζ είναι αυτό που κάνει το ηχείο να έχει φυσικό χαρακτήρα αλλά και υψηλές επιδόσεις ήχου, λειτουργεί όπως ένας μεγεθυντικός φακός που δείχνει με σαφήνεια τόσο τα πλεονεκτήματα όσο και τα ελαττώματα μιας ηχογράφησης. Ωστόσο, η σύνδεση μεταξύ των μεσαιοϋψηλών και των υψηλών είναι σχεδόν αόρατη και αποδίδει καλά στις απότομες ατάκες όσο και σε προοδευτικές μουσικές φράσεις. Η σκηνή δεν είναι πολύ βαθιά, λίγο περισσότερο από αρκετή για να αναπαραγάγει την ατμόσφαιρα που χρειαζόμαστε, αλλά χωρίς καμία μείωση του μεγέθους. Τα CM10 δείχνουν ότι η B&W ξέρει να παραμένει στην κορυφή των κατασκευαστών ηχείων, αφού δε γυρίζει την πλάτη στην παράδοσή της.


Δεν πρέπει να υποτιμηθεί ότι τα CM10 μπορούν να παίξουν αρκετά καλά ακόμα με ενισχυτές που δεν είναι ιδιαίτερα ακριβοί. Οδηγήσαμε τα ηχεία με ενισχυτές AV της τάξης των 500 με 600 ευρώ. Αισθητά γενναιόδωρη και ευχάριστη απόδοση, αρκεί να μην το παρακάνουμε με πολύπλοκα μουσικά προγράμματα. Φυσικά, τα πράγματα αλλάζουν όταν η οδήγηση γίνεται με ανάλογα ενισχυτικά με το κόστος του ηχείου. Τότε η υφή γίνεται πιο εκλεπτυσμένη και πιο ολοκληρωμένη.

Αναπαράγει βάθη, έχοντας την αίσθηση του ρυθμού του τραγουδιού και την έκφραση της ζωντάνιας μιας εκτέλεσης. Φυσικά τελειώματα, δύναμη και σθένος που υπενθυμίζουν την «800» καταγωγή του. Πρόκειται για ηχεία που συνάδουν με το προς ακρόαση ρεπερτόριο. Το μπάσο και η όμορφη παρουσία είναι αισθητά, κάτι που θα εκτιμηθεί από όλους. Στον τομέα αυτό τα CM10 είναι πρόκληση για τα πολύ πιο ακριβά μοντέλα ηχείων.

Χρησιμοποιώντας πολλούς ενισχυτές, αποδείχτηκε ότι ταίριαξαν περισσότερο με τον ολοκληρωμένο της McIntosh. Παραδοσιακή αμερικανική ζεστασιά, εγγλέζικη αριστοκρατικότητα. Τα 100W ισχύος είναι ό,τι πρέπει για το ηχείο. Σε κοντσέρτα του Μότσαρτ ή σε συμφωνίες του Μπετόβεν αντιλαμβάνεσαι το στερεό όριο γύρω από τις μεσαίες και στο μπάσο, με μια νότα ζεστασιάς, αλλά ποτέ τυχοδιωκτικά. Με το δίσκο SACD της Chesky (Ana Karam), όπου η τραγουδίστρια ασχολείται με βραζιλιάνικους ρυθμούς, παρουσιάζει την πλήρη φωνή της, έχοντας τα συριστικά να διατηρούνται εντός των ορίων της φυσικότητας. Σε μεγάλες ορχήστρες το CM10 εύκολα «κατεβαίνει» στις χαμηλές των κρουστών στην πρώτη τους οκτάβα. Σε σονάτες για τσέλο και κοντραμπάσο το συναίσθημα είναι η υψηλή διαφάνεια ακόμα και σε υψηλές εντάσεις - όλα υπό έλεγχο.

Για άλλη μια φορά η B&W προσφέρει ένα όμορφο και πετυχημένο πιάτο ακόμα για τους πιο απαιτητικούς ουρανίσκους...


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Το σημείο σύνδεσης μεταξύ της σειράς CΜ και της 800 είναι εδώ. Το CM10 είναι ένα ηχείο με αξιοσημείωτη απόδοση, έχοντας μια μεσαία περιοχή σχεδόν πανομοιότυπη με το 800 και ένα κορυφαίο χαμηλό. Το ηχείο αυτό μπορεί να «μετατρέψει» τον ήχο σε πιο φυσικό, με εκτεταμένα χαμηλά, εξαιρετικής απόσβεσης, πεντακάθαρο και απαλλαγμένο από χρωματισμούς. Αυτό συμβαίνει γιατί ο κατασκευαστής ξέρει τι κάνει - ειδικά η Β&W, που δε σταματά την έρευνα και την ανάπτυξη νέων τεχνικών κατασκευής, εφευρίσκοντας συνεχώς νέες σχεδιαστικές λεπτομέρειες.

Η τιμή του ήχου δεν είναι πολύ χαμηλή, όμως πρέπει να θυμόμαστε ότι το κόστος των μοντέλων της σειράς 800, με την οποία το CM10 συγγενεύει, είναι σημαντικά υψηλότερο.

BowersWilkins-CM10-2.jpg


ΥΠΕΡ
Νέο κροσόβερ
Νέο τουίτερ
Νέο μιντρέιντζ


ΚΑΤΑ
Η σειρά 800

ΣΧΟΛΙΟ
Ένα ηχείο με μια παρουσία που απουσίαζε από την ελληνική αγορά. Απίστευτα χαμηλά, καινοτομικές σχεδιαστικές λύσεις και εξαιρετικά «δεσίματα» μεταξύ των περιοχών του ηχητικού φάσματος.


Bowers & Wilkins CM10
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
TYΠΟΣ: Ηχείο βάσης μπας ρεφλέξ, τριών δρόμων, πέντε μεγαφώνων
ΑΠΟΚΡΙΣΗ ΣΥΧΝΟΤΗΤΩΝ: 45-28.000Ηz ±3dB
ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ: 90dB/W/m
ΕΜΠΕΔΗΣΗ: 8Ω (ελάχιστη 3,1Ω)
ΜΕΓΑΦΩΝΑ: 1xτoυίτερ 1 ίντσας, 1xμιντρέιντζ 6 ιντσών, 3xγούφερ 6,5 ιντσών
ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ (BxYxΠ): 200x990x337 χλστ. (χωρίς βάση), 366x1.087x364 χλστ. (με βάση)
ΒΑΡΟΣ: 33,5 κιλά


ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΣ: Audio Veterans
ΕΠΑΦΗ: 211.0121.616

 

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « Magnepan MG12 Linn Majik 140: Review »

ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ

  • ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ ΤΕΥΧΟΣ

    ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ ΤΕΥΧΟΣ

    To νέο τεύχος κυκλοφορεί την Τρίτη (23/ΦΕΒ), με ένα συμβολικό χρήσιμο δώρο. Read More
  • 1

ΔΕΙΤΕ ΜΑΣ

MEMBERS OF...