fbpx
Κυριακή, 15 Σεπτεμβρίου 2013 12:35

Beyerdynamic Headzone Pro

ΔΟΚΙΜΗ SURROUND AKOYΣΤΙΚΑ

Όχι, δεν αποφάσισα να κάτσω να γράψω αυτή την δοκιμή μετά από μία νύχτα κραιπάλης, ούτε βρίσκομαι υπό την επήρεια…πονηρών ουσιών. Αντιθέτως, οι αισθήσεις μου βρίσκονται στο ζενίθ και ο ενθουσιασμός μου για το Headzone ακόμη πιο ψηλά. Το τι είναι σε θέση να κάνει αυτό το προϊόν είναι, απλά, απίστευτο! Διαβάστε…

Όπως σας είχα υποσχεθεί στο προηγούμενο τεύχος, επανέρχομαι με μία εκτενή παρουσίαση του φοβερού και τρομερού Headzone της γερμανικής Beyerdynamic που, κυριολεκτικά, έχει χαλάσει τον κόσμο. Δίχως τον παραμικρό δισταγμό, είμαι σε θέση να αναφέρω πως, μεταξύ των εκατοντάδων συσκευών αναπαραγωγής ήχου που έχουν περάσει από τα χέρια και τα αφτιά μου όλα αυτά τα χρόνια, το συγκεκριμένο κέρδισε μία θέση μεταξύ αυτών που θα θυμάμαι μετά από πολλά χρόνια, όταν θα έχω πάρει σύνταξη και θα διηγούμαι στα εγγόνια μου ηχητικές ιστορίες των αρχών του 21ου αιώνα.

Άραγε, τι άλλο θα πρέπει να δουν τα μάτια μου για να ξεχάσω το Headzone; Σίγουρα κάτι που, αυτήν την στιγμή ούτε καν χωρά ο νους μου. Άλλωστε αν με πλησίαζε κάποιος πριν από πέντε χρόνια και μου έλεγε πως, εν έτη 2007 ένας γερμανός κατασκευαστής θα καταφέρει να δημιουργήσει ένα πιστό surround σύστημα ακρόασης από ακουστικά που, μάλιστα, θα παρακολουθεί τις κινήσεις του κεφαλιού μας ώστε να μεταβάλει την διεύθυνση των εικονικών ηχητικών πηγών ανάλογα, θα του έλεγα να… κόψει τις πολλές ταινίες επιστημονικής φαντασίας και να με αφήσει στην ησυχία μου. Και να που έγινε το θαύμα, χάρη στις δυνατότητες των σύγχρονων επεξεργαστών αλλά, κυρίως, χάρη στην φαντασία και το όραμα ενός μεγάλου κατασκευαστή.

ΤΟ ΣΚΕΠΤΙΚΟ
Η ιδέα ήταν να δημιουργηθεί ένα σύστημα επεξεργαστή-ακουστικών που θα προσομοιάζει τα χαρακτηριστικά ενός αληθινού και απόλυτα ελεγχόμενου χώρου ακρόασης. Για την ακρίβεια, ενός τέλειου, εικονικού control room στο οποίο θα έχουν στηθεί από 2 έως και 5.1 «ηχεία». Όμως, για να υλοποιηθεί κάτι τέτοιο θα πρέπει να ληφθούν υπόψη όλες οι θεμελιώδεις αρχές που διέπουν τη φυσιολογική αντίληψη του ήχου σε έναν, πέρα για πέρα, αληθινό χώρο.


Ως γνωστόν, μέσα σε έναν οποιονδήποτε χώρο, τα ηχητικά χαρακτηριστικά αυτού (που εξαρτώνται από το μέγεθος, την γεωμετρία αλλά και την υφή των υλικών με τα οποία είναι «ντυμένος»), η απόσταση του ακροατή από τα ηχεία, καθώς και οι διάφορες αυθόρμητες κινήσεις του κεφαλιού του, είναι παράγοντες που επιδρούν καταλυτικά στην φυσιολογική αντίληψη του ήχου.


Πλέον αυτού, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε πως, το ανθρώπινο ακουστικό αισθητήριο είναι σε θέση να αντιλαμβάνεται την διεύθυνση μίας ηχητικής πηγής καθώς και την ακριβή θέση της μέσα στον χώρο, συγκρίνοντας τρία πολύ βασικά μεγέθη: την χρονική άφιξη της πληροφορίας στο κάθε αυτί, την διαφορά της στάθμης και, τέλος, το φασματικό περιεχόμενο.

Ως εκ τούτου, αναγνωρίζουμε ότι μία ηχητική πηγή βρίσκεται, επί παραδείγματι, αριστερά του κέντρου κατά 45 μοίρες από το ότι, η πληροφορία που συλλέγεται από το αριστερό αυτί είναι δυνατότερη σε στάθμη από αυτήν που φθάνει στο δεξί, από το ότι φθάνει γρηγορότερα στο αριστερό και, τέλος, από το ότι το ποσοστό της πληροφορίας που αντιλαμβάνεται το δεξί έχει υποστεί αλλοίωση στο συχνοτικό πεδίο, λόγω του ότι στον ακροατή καταφθάνουν εξ ανακλάσεως τα αλλοιωμένα αντίγραφα της πρωτογενούς πληροφορίας.


Βάσει όλων αυτών που είπαμε, μπορείτε να φανταστείτε τι συμβαίνει όταν ακούμε ένα τυπικό στερεοφωνικό πρόγραμμα μέσα από ένα, αντίστοιχα, τυπικό ζεύγος ακουστικών; Σημειώστε… Όλα τα χαρακτηριστικά που αναφέραμε παύουν να επιδρούν για τον απλούστατο λόγο ότι, πλέον, «κουβαλάμε» τα ηχεία στο κεφάλι μας!

Συνεπώς, οποιαδήποτε κίνηση του κεφαλιού παύει να έχει σημασία, τα ακουστικά χαρακτηριστικά του χώρου φιλτράρονται, η ψευδαίσθηση της στερεοφωνίας καταπιέζεται και, εν ολίγοις, το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικά αφύσικο από πλευράς διαστάσεων σκηνής και τοποθέτησης των οργάνων εντός αυτής.. Βεβαίως, η εξάλειψη των επιθυμητών φαινομένων φάσης, που αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της στερεοφωνίας, αν μη τι άλλο, επιδρά και στην συχνοτική ισορροπία του αποτελέσματος. Μοναδική εξαίρεση αποτελούν οι περίφημες Binaural ηχογραφήσεις που προορίζονται αποκλειστικά και μόνο για ακρόαση μέσω ακουστικών.

Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ
Η Beyer λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά, κατ’αρχάς αποφάσισε να … βάλει κάτω όλα τα διεθνή στάνταρτς σχεδίασης χώρων ακρόασης, για να καταλήξει σε μία σειρά από κοινώς αποδεκτά χαρακτηριστικά που θα πρέπει να διέπουν έναν, αντικειμενικά, καλό χώρο. Για παράδειγμα, ο χρόνος αντήχησης θα πρέπει να «παίζει» μεταξύ 250 και 400 ms και η «ουρά» αυτού του reverb να παρουσιάζει μεγάλη διαχυτότητα, να μην υπάρχουν μεγάλες ανακλαστικές επιφάνειες, ο θόρυβος του περιβάλλοντος να είναι εξαιρετικά μειωμένος και η γεωμετρία να είναι σαφώς προσδιορισμένη. Έχοντας αυτά ως δεδομένα, οι επεξεργαστές… πήραν φωτιά και έτσι δημιουργήθηκε ένα ιδανικός, εικονικός χώρος ακρόασης, στα χαρακτηριστικά του οποίου μπορεί να επέμβει ο χρήστης μέσω software (περισσότερα για αυτό σε λίγο).

Εντός αυτού του χώρου παίζουν από 2 έως και ένα πλήρες σετ 5.1 εικονικών ηχείων, η θέση των οποίων μπορεί να ρυθμιστεί με ακρίβεια από τον χρήστη, και πάλι μέσω του software που συνοδεύει το προϊόν. Ο πρώτος στόχος επετεύχθη…
Παρ’όλα αυτά, για να καταλήξει o διάσημος κατασκευαστής σε μία πραγματικά καινοτόμο πρόταση, έπρεπε να βρει έναν τρόπο αλληλεπίδρασης του ακροατή με τον εν λόγω εικονικό χώρο διότι, σε κάθε άλλη περίπτωση, το όλο εγχείρημα δεν θα απείχε πολύ από την στερεότυπη ανάπτυξη ενός κοινού αλγόριθμου αντήχησης που θα εφαρμόζονταν στο μουσικό πρόγραμμα. Τέτοιου είδους επεξεργαστές κυκλοφορούν υπό μορφή plug-ins στα studios… με το κιλό.


Εκμεταλλευόμενος λοιπόν τους φυσικούς μηχανισμούς που χρησιμοποιεί ο άνθρωπος για να αντιλαμβάνεται την διεύθυνση μίας ηχητικής πηγής καθώς και την ακριβή θέση της μέσα στον χώρο (που αναφέραμε προ ολίγου), δημιούργησε ένα πρωτοποριακό σύστημα παρακολούθησης των κινήσεων του κεφαλιού του ακροατή στηριζόμενο σε ένα σύστημα πομπού-δέκτη υπερήχων. Κάθε τέτοιου είδους κίνηση οδηγεί, αντίστοιχα, στην «μετακίνηση» της εικονικής σκηνής ενώ, ταυτόχρονα, ο ήχος αποκτά χαρακτηριστικά φάσης, έντασης, φασματικού περιεχομένου και διεύθυνσης όμοια με αυτά που θα αποκτούσε αν η ίδια κίνηση γίνονταν σε έναν αληθινό χώρο, ενώπιον αληθινών ηχείων.

Εν ολίγοις, δημιουργείται η αίσθηση πως τα εικονικά ηχεία είναι σταθερά τοποθετημένα στον τεχνητό μας χώρο, καταλήγοντας έτσι σε μία πιστή αναπαράσταση της πραγματικότητας. Όλα αυτά, η Beyer τα έχει βαφτίσει με την ονομασία Binaural Environment Modeling και, ούτε λίγο, ούτε πολύ, στοχεύει στο να μας κάνει να ξεχάσουμε πως φοράμε ακουστικά, ακόμη και στη περίπτωση μίας εκτεταμένης ηχητικής μπάντας 5.1 καναλιών.

TO ΠΑΚΕΤΟ
Το Headzone Pro αποτελείται από τρία βασικά κομμάτια, τα οποία θα παραλάβετε εντός μίας καλής ποιότητος τσάντα μεταφοράς.
Η καρδιά του συστήματος, δεν είναι άλλη από την κεντρική μονάδα. Πρόκειται για μία συσκευή κόμπακτ διαστάσεων που αποτελεί τον ενδιάμεσο κρίκο μεταξύ της πηγής (υπολογιστής, πολυκάναλο player κλπ) και των ακουστικών, στη πίσω όψη της οποίας θα βρείτε τις απαιτούμενες επαφές σύνδεσης. Με αφορμή αυτές, ανοίγεται ένα σημαντικό θέμα, σχετικά με το που, τελικά, απευθύνεται το Headzone. O κατασκευαστής δεν το κρύβει πως ο πρώτος του στόχος είναι οι επαγγελματίες που αναζητούν έναν εύκολο τρόπο να μιξάρουν σε περιβάλλον 5.1 όπου κι αν βρίσκονται.

Είτε πρόκειται για on-location broadcasting εφαρμογές, είτε για εργασία σε ένα project studio όπου δεν υπάρχει η δυνατότητα εγκατάστασης του απαιτούμενου εξοπλισμού για surround ακροάσεις, το Headzone, το μόνο που ζητά, είναι έναν υπολογιστή (laptop ή desktop) με μία ελεύθερη θύρα Firewire…! Από εκεί και πέρα, ο χρήστης είναι ελεύθερος να χρησιμοποιήσει οποιαδήποτε εφαρμογή DAW (Digital Audio Workstation) επιθυμεί, αρκεί να υποστηρίζει την δυνατότητα συνεργασίας με το ηχητικό hardware μέσω ASIO drivers που εξασφαλίζουν εξαιρετικά μειωμένη χρονοκαθυστέρηση (latency). To Headzone είναι σε θέση να δουλέψει με ASIO drivers οι οποίοι, μάλιστα, εγκαθίστανται αυτόματα.


Κακά τα ψέματα, η διασύνδεση με υπολογιστή είναι η πλέον ενδεδειγμένη, για τον απλούστατο λόγο ότι, το software ελέγχου που συνοδεύει το προϊόν, σας επιτρέπει να προβείτε σε μία σειρά από ρυθμίσεις ανεκτίμητης αξίας για το τελικό αποτέλεσμα. Άρα, πέρα από τους επαγγελματίες οι πρώτοι που θα πρέπει να σκεφτούν σοβαρά την αγορά του Headzone είναι οι κάτοχοι συστημάτων HTPC που θέλουν να απολαμβάνουν εις το έπακρο τον ήχο των ταινιών τους τις…ώρες κοινής ησυχίας. Για τους υπόλοιπους υπάρχει η λύση των διακριτών αναλογικών εισόδων 5.1.

Σε αυτό το σημείο καλό θα ήταν να ξεκαθαριστεί ότι η κεντρική μονάδα του Headzone δεν εκτελεί κανενός είδους surround αποκωδικοποίηση. Σε κάθε περίπτωση παραλαμβάνει έτοιμο αποκωδικοποιημένο σήμα το οποίο, στην δική μας περίπτωση, μπορούμε να το παραλάβουμε, είτε απευθείας από το πολυκάναλο player μας, είτε από τις αντίστοιχες εξόδους ενός ενισχυτή AV. Σημαντική είναι η προσθήκη του διακόπτη επιλογής της ευαισθησίας μεταξύ +4dBu και -10 dBu, όπου στη περίπτωση των consumer, μη ισορροπημένων συνδέσεων προτιμήστε τη θέση των -10 dBu.


Συνεχίζοντας, το πακέτο περιλαμβάνει τους περίφημους υπερηχητικούς σένσορες, εκ των οποίων ο ένας τοποθετείται σε κάποιο σταθερό σημείο μπροστά από τον χρήστη, στο ύψος του κεφαλιού (π.χ στο επάνω μέρος της οθόνης του υπολογιστή) ενώ, ο άλλος, βρίσκεται μόνιμα τοποθετημένος στην κορυφή της στέκας των ακουστικών. Και μην νομίζετε ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με τεχνολογία της NASA! Αν τους παρατηρήσετε θα διαπιστώσετε πως πρόκειται περί των γνωστών αντικλεπτικών αισθητήρων που χρησιμοποιούν οι συναγερμοί αυτοκινήτων. Η δουλειά τους είναι να παρακολουθούν την κίνηση του κεφαλιού σας και να διαμορφώνουν το ηχητικό αποτέλεσμα αναλόγως. Το σύστημα αναγνωρίζει κινήσεις της τάξης της 1 μοίρας ενώ, η βέλτιστη περιοχή λειτουργία του συστήματος είναι μεταξύ +/-60 μοιρών.


Το τελευταίο κομμάτι του παζλ είναι τα ακουστικά. Ένα πολυτελέστατο ζευγάρι που, φυσικά, πωλείται και ανεξάρτητα. Πρόκειται για τα κορυφαία DT880 Pro, τα οποία, σύμφωνα με τον κατασκευαστή είναι «ημι-ανοιχτού» τύπου. Απευθύνονται δε σε επαγγελματίες που αναζητούν ένα ξεκούραστο και συχνοτικά πλήρες ακουστικό με κορυφαία ποιότητα κατασκευής. Σε αυτόν τον τομέα ξεχωρίζει χάρη στους μεταλλικούς θαλάμους των μεγαφώνων, τα μεταξωτά μαξιλαράκια και την δερμάτινη επένδυση της στέκας.

ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ
Η άποψή μου για την λειτουργία και την, εν γένει, αποτελεσματικότητα του Headzone είναι ξεκάθαρη. Άλλωστε, το ότι απέσπασε την κορυφαία διάκριση στο μεγάλο συγκριτικό τεστ του περασμένου μήνα, κάθε άλλο παρά ως τυχαίο γεγονός μπορεί να χαρακτηριστεί. Παρ’όλα αυτά, αν θα ήθελα να μεταφέρω της εντυπώσεις μου για το εξαιρετικό αυτό προϊόν με…ένα μόνο τσιτάτο, αυτό θα ήταν το εξής: «ο συνδυασμός της φιλικότητας στην χρήση και οι κορυφαίες επιδόσεις, βρίσκεται στο πυρήνα της απόλυτα επιτυχημένης συνταγής που ονομάζεται Headzone».

Πράγματι, αυτοί είναι οι δύο βασικοί άξονες στους οποίους στηρίζεται η προσωπικότητα της κορυφαίας πρότασης του γερμανού κατασκευαστή. Πώς να μην ενθουσιαστείς με ένα προϊόν που, ενώ στοχεύει κατά κύριο λόγο στους επαγγελματικούς κύκλους, καταφέρνει να διατηρεί έναν απόλυτα φιλικό χαρακτήρα, με συνέπεια, το «στήσιμο» και η ρύθμισή του βάσει των προτιμήσεων του εκάστοτε χρήστη, να είναι μία διαδικασία ολίγων λεπτών της ώρας;

Όσοι αποφασίσετε να το χρησιμοποιήσετε με υπολογιστή, αποκτώντας έτσι πρόσβαση στο software με τις ρυθμίσεις, πραγματικά…δεν θα πιστεύετε στο ότι μπορείτε να έχετε τον έλεγχο τόσων σημαντικών παραμέτρων μέσα από ένα ξεκάθαρο και απλουστευμένο interface. Δίχως υπερβολή αισθάνεσαι ο απόλυτος κυρίαρχος της αναπαραγωγής.


Όσο για αυτές καθ’αυτές τις επιδόσεις του Headzone, μπορώ να πω πως έμεινα απόλυτα ικανοποιημένος. Το προϊον μετακόμισε στο προσωπικό μου project studio για αρκετές ημέρες όπου, με την βοήθεια του Nuendo 3 πραγματοποίησα μία σειρά από DTS surround remixes δικών μου μουσικών συνθέσεων, τις οποίες μετέπειτα μετέφερα σε DVD-V με σκοπό την ακρόαση σε διάφορα πολυκάναλα συστήματα.

Ομολογώ πως ήταν η πρώτη φορά που μου δόθηκε η δυνατότητα να μιξάρω σε 5.1 στον δικό μου χώρο και το αποτέλεσμα με ενθουσίασε. Οτιδήποτε συμβαίνει εντός του εικονικού χώρου, μεταφέρεται με ακρίβεια σε ένα…αληθινό περιβάλλον αναπαραγωγής, ήτοι οι τοποθετήσεις των ηχητικών πηγών, η κινήσεις των εφέ προς όλες τις διευθύνσεις καθώς και το «άπλωμα» των surround reverbs.

Η μοναδική ένστασή μου αφορά στον σχετικά λαμπρό τονικό χαρακτήρα του συστήματος, κάτι που υποψιάζομαι πως προέρχεται από τα χαρακτηριστικά αντήχησης του εικονικού χώρου. Μέχρι να συνηθίσετε αυτήν την ιδιομορφία ή μέχρι να την αμβλύνετε μακροπρόθεσμα με ρυθμίσεις, οι μίξεις σας ενδεχομένως να ακούγονται λίγο μουντές σε κάποιο άλλο σύστημα.


Πέρα από το περιβάλλον εργασίας, το Headzone παραμένει αποτελεσματικό και διασκεδαστικό κατά την ακρόαση εμπορικών τίτλων σε DVD-A και SACD από τις αναλογικές του εισόδους. Μπορεί με αυτόν τον τρόπο σύνδεσης να μην έχετε τα πλεονεκτήματα του software, όμως το αποτέλεσμα θα σας καθηλώσει με τον ρεαλισμό και την φυσικότητά του. Εύγε…

Αντιπρόσωπος: Aposis Sound, τηλ. 2310 522 155
Τιμή: 2.000 ευρώ

Περισσότερα σε αυτή την κατηγορία: « AKG K550 KEF M500 »

ΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ

  • ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ ΤΕΥΧΟΣ

    ΚΑΙΝΟΥΡΙΟ ΤΕΥΧΟΣ

    To νέο τεύχος κυκλοφορεί την Τρίτη (23/ΦΕΒ), με ένα συμβολικό χρήσιμο δώρο. Read More
  • 1

ΔΕΙΤΕ ΜΑΣ

MEMBERS OF...